Βερονίκη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Βερονίκη < μακεδονική διάλεκτος Βερενίκη (Φερενίκη), που εξέφραζε ευχή για τη νίκη ή αποτύπωνε κάποιο ιστορικό γεγονός. Από το ίδιο όνομα προήλθε το μεσαιωνικό λατινικό Veronica