Βενετσανάκου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βενετσανάκου < γενική ενικού του αρσενικού Βενετσανάκος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒενετσανάκου θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΒενετσανάκου αρσενικό
- γενική ενικού του Βενετσανάκος