Βαμβακίτου
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Βαμβακίτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Βαμβακίτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒαμβακίτου θηλυκό
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Βαμβακίτης
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταγραφές
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
επεξεργασίαΒαμβακίτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Βαμβακίτης