Αποκορίτου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αποκορίτου < λόγια γενική ενικού του αρσενικού Αποκορίτης
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αποκορίτου θηλυκό
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Αποκορίτης
Άλλες μορφές επεξεργασία
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Αποκορίτου αρσενικό
- (λόγιο) γενική ενικού του Αποκορίτης