Αποδιάκου
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αποδιάκου < γενική ενικού του αρσενικού Αποδιάκος
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αποδιάκου θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές επεξεργασία
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος επεξεργασία
Αποδιάκου αρσενικό