Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Αμαρυλλίς < αρχαία ελληνική Ἀμαρυλλίς

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Αμαρυλλίς θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα
  2. ο αστεροειδής 1085 Αμαρυλλίς (Amaryllis)

  Μεταφράσεις επεξεργασία