Αίγισθος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Αίγισθος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική Αἴγισθος
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈe.ʝi.sθos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Αί‐γι‐σθος
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑίγισθος αρσενικό
Δείτε επίσης : Αἴγισθος |
Αίγισθος αρσενικό