Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ΑΕΝ < Ακαδημία Εμπορικού Ναυτικού

  Συντομομορφή επεξεργασία

Α.Ε.Ν. θηλυκό άκλιτο ακρωνύμιο

Δείτε επίσης επεξεργασία