épinard
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
épinard | épinards |
épinard (fr) αρσενικό
- το σπανάκι (το φυτό)
- (πληθυντικός) το σπανάκι (τα φύλλα, που τρώγονται)
ενικός | πληθυντικός |
épinard | épinards |
épinard (fr) αρσενικό