égocentrique
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /e.ɡɔ.sɑ̃.tʁik/
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
égocentrique | égocentriques |
égocentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
égocentrique | égocentriques |
égocentrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό