τελεσφόρος
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- τελεσφόρος < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική τελεσφόρος < τέλος θέμα: τελεσ- + -φόρος (φέρω)
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /te.leˈsfo.ɾos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : τε‐λε‐σφό‐ρος
Επίθετο επεξεργασία
τελεσφόρος, -α/ος, -ο
- που καταλήγει σε επιτυχία, που τελεσφορεί
Συγγενικά επεξεργασία
- ατελεσφόρητος
- ατελέσφορος
- τελεσφορώ
- → δείτε τις λέξεις τέλος και φέρω
Μεταφράσεις επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- τελεσφόρος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- τελεσφόρος - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
τελεσφόρος, -ος, -ον
- τελεσφόρος, που τελεσφορεί
Παράγωγα επεξεργασία
Συγγενικά επεξεργασία
Πηγές επεξεργασία
- τελεσφόρος - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- τελεσφόρος - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.