Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /zɔ.ɔ.lɑ.tʁi/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
zoolâtrique zoolâtriques

zoolâtrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό