Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈftɛdɨ/
 

  Επίρρημα

επεξεργασία

wtedy (pl)

  • τότε (χρονικό, απαντά στην ερώτηση kiedy)

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • wtedy kiedy: τότε που