would-be
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαwould-be (en) (χωρίς παραθετικά, μόνο πριν από το ουσιαστικό)
- που φιλοδοξώ να γίνω
- ⮡ a would-be teacher - ένας που φιλοδοξεί να γίνει δάσκαλος
would-be (en) (χωρίς παραθετικά, μόνο πριν από το ουσιαστικό)