worth one's while
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΈκφραση
επεξεργασία- (ιδιωματισμός) είναι πλεονέκτημα να
- ⮡ It is worth your while to buy in bulk.
- Είναι πλεονέκτημα να αγοράζεις χονδρικώς.
- ⮡ It is worth your while to buy in bulk.
Πηγές
επεξεργασία- while (idioms): worth somebody’s while - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 711. ISBN 9780194325684., λήμμα: πλεονέκτημα