Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

witchcraft (en)

  • η μαγεία (η επίκληση υπερφυσικών δυνάμεων)

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη witch