vomeri
Ίντο (io) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
vomeri (io)
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
vomere | vomeri |
vomeri (it)
vomeri (io)
ενικός | πληθυντικός |
vomere | vomeri |
vomeri (it)