Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
volaille
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Προφορά
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
volaille
(fr)
θηλυκό
τα
πουλερικά
(
κατ’ επέκταση
) το κρέας των πουλερικών
(
χυδαίο
) ομάδα γυναικών ή κοριτσιών
(
αργκό
)
γυναίκα
,
κορίτσι
Συγγενικά
επεξεργασία
volailler
-
volaillère
volailleur
-
volailleuse