Ουσιαστικό

επεξεργασία

vibraphone (en)

  1. (μουσικό όργανο) το βιμπράφωνοβιμπραφόν)



      ενικός         πληθυντικός  
vibraphone vibraphones

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

vibraphone (fr) αρσενικό

  1. (μουσικό όργανο) το βιμπράφωνοβιμπραφόν)

Συγγενικά

επεξεργασία

Συνώνυμα

επεξεργασία