Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vɛʁ.vɛn/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
verveine verveines

verveine (fr) θηλυκό