ventriloque
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
ventriloque | ventriloques |
ventriloque (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
ventriloque | ventriloques |
ventriloque (fr)
ενικός | πληθυντικός |
ventriloque | ventriloques |
ventriloque (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
ventriloque | ventriloques |
ventriloque (fr)