Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
ventriloque ventriloques

ventriloque (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. εγγαστρίμυθος

  Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
ventriloque ventriloques

ventriloque (fr)

  1. εγγαστρίμυθος