Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
unfounded
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Συνώνυμα
1.3
Πηγές
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
unfounded
<
un-
+
founded
Επίθετο
επεξεργασία
unfounded
(en)
(
χωρίς παραθετικά
)
αβάσιμος
⮡
unfounded
claims
-
αβάσιμοι
ισχυρισμοί
Συνώνυμα
επεξεργασία
baseless
ungrounded
unsupported
Πηγές
επεξεργασία
unfounded
-
Oxford Learner's Dictionaries