ενικός         πληθυντικός  
underbelly underbellies

  Ετυμολογία

επεξεργασία
underbelly < under- + belly

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

underbelly (en)

  1. (ανατομία) το υπογάστριο, το μέρος της κοιλιάς του ανθρώπου κάτω από τον αφαλό
  2. το (μαλακό) υπογάστριο, το πιο αδύναμο μέρος από κάτι που επιτίθεται πιο εύκολα
    ⮡  Both countries are historically known as the soft underbelly of Europe.
    Και οι δύο χώρες είναι ιστορικά γνωστή ως το μαλακό υπογάστριο της Ευρώπης.