umpire
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
umpire (en)
- (αθλητισμός) o διαιτητής σε διάφορα αθλήματα (τένις, κρίκετ, μπέιμπολ)
Σημειώσεις επεξεργασία
Ο όρος referee δηλώνει το διαιτητή που κινείται σε όλο τον αγωνιστικό χώρο, ενώ ο όρος umpire αυτόν που στέκεται σε ένα μέρος.
Δείτε επίσης επεξεργασία
- empire (αυτοκρατορία)