Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
thorn thorns

  Ουσιαστικό επεξεργασία

thorn (en)

  • το αγκάθι
    I was scratched by the thorns.
    Γρατζουνίστηκα από τα αγκάθια.

  Πηγές επεξεργασία