Πολωνικά (pl) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

teoretycznie (pl) < teoretyczny (pl)

  Επίρρημα επεξεργασία

teoretycznie (pl)

Συγγενικά επεξεργασία

→ δείτε τη λέξη  teoria (pl)