Ετυμολογία

επεξεργασία
tête-à-queue < tête (κεφάλι) + à (στην) + queue (ουρά) επειδή βρίσκεται απότομα το κεφάλι στο σημείο που ήταν πριν η ουρά[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /tɛ.ta.kø/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

tête-à-queue (fr) αρσενικό άκλιτο

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. tête-à-queue στο γαλλικό Βικιλεξικό