synecdoque
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- synecdoque < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
synecdoque | synecdoques |
synecdoque (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
synecdoque | synecdoques |
synecdoque (fr) θηλυκό