Επίθετο

επεξεργασία

synchronous (en)

  1. σύγχρονος
  2. (πληροφορική) σύγχρονος, για λειτουργίες σε υπολογιστή που εκτελούνται στην σειρά και όχι παράλληλα
     συνώνυμα: blocking, single-threaded
     αντώνυμα: asynchronous

Πολυλεκτικοί όροι

επεξεργασία