Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

surŝuti < sur + ŝuti

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα surŝuti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας surŝutas surŝutanta surŝutata
αόριστος surŝutis surŝutinta surŝutita
μέλλοντας surŝutos surŝutonta surŝutota
υποθετική surŝutus - -
προστακτική surŝutu - -

surŝuti (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

sursxuti, surshuti, surs'uti