Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

suĉ- < γαλλική sucer, αγγλική suck

  Ρίζα επεξεργασία

suĉ- (eo)

  • ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: ρουφώ

Παράγωγα επεξεργασία