stfu
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- stfu < shut the fuck up
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˌes.ti.efˈju/
Συντομομορφή επεξεργασία
stfu (en) αρκτικόλεξο του shut the fuck up
- (διαδικτυακή αργκό, χυδαίο) άλλη μορφή του STFU
stfu (en) αρκτικόλεξο του shut the fuck up