spam
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- spam < από την εκπομπή Monty Python's Flying Circus
Ουσιαστικό
επεξεργασία- σπαμ, ανεπιθύμητη ηλεκτρονική αλληλογραφία
- ⮡ I have a filter for spam email.
- Έχω φίλτρο για τα ανεπιθύμητα email.
- ⮡ I have a filter for spam email.