Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

sirtaki (tr)



Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

sirtaki < (άμεσο δάνειο) νέα ελληνική συρτάκι

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /siɾtɑˈci/
τυπογραφικός συλλαβισμός: sir‐ta‐ki

  Ουσιαστικό επεξεργασία

sirtaki (tr)

Κλίση επεξεργασία