siedziba
Πολωνικά (pl)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαsiedziba < siedzieć
Ουσιαστικό
επεξεργασίαsiedziba (pl) θηλυκό
- η έδρα, η πόλη στην οποία στεγάζονται οι κεντρικές υπηρεσίες ενός οργανισμού, μιας εταιρείας, ενός ιδρύματος κλπ
- (ειδικότερα) το κτήριο που βρίσκονται οι κεντρικές υπηρεσίες