Αγγλικά (en) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
shelf shelves

  Ουσιαστικό επεξεργασία

shelf (en)

  • το ράφι
    This bookcase has seven shelves.
    Αυτή η βιβλιοθήκη έχει επτά ράφια.
    Can you reach the dictionary on the top shelf?
    Μπορείς να πιάσεις το λεξικό στο πάνω ράφι;

  Πηγές επεξεργασία