Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

sekiĝi < sek- + -iĝ- + -i

  Ρήμα επεξεργασία

ρήμα sekiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας sekiĝas sekiĝanta sekiĝata
αόριστος sekiĝis sekiĝinta sekiĝita
μέλλοντας sekiĝos sekiĝonta sekiĝota
υποθετική sekiĝus - -
προστακτική sekiĝu - -

sekiĝi (eo)

Άλλες γραφές επεξεργασία

sekigxi, sekighi, sekig'i