ενικός         πληθυντικός  
sauroctone sauroctones

  Επίθετο

επεξεργασία

sauroctone (fr) αρσενικό ή θηλυκό

Άλλες γραφές

επεξεργασία
  • saurochtone (συνηθισμένη αλλά λανθασμένη γραφή)