romantique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ʁɔ.mɑ̃.tik/
- ⓘ
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
romantique | romantiques |
romantique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
romantique | romantiques |
romantique (fr) αρσενικό ή θηλυκό