Ετυμολογία

επεξεργασία
revoki < revok- + -i
ρήμα revoki
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας revokas revokanta revokata
αόριστος revokis revokinta revokita
μέλλοντας revokos revokonta revokota
υποθετική revokus - -
προστακτική revoku - -

revoki (eo)