religieuses
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΚλιτικός τύπος επιθέτου
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
religieuses | religieusess |
religieuses (fr)
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαreligieuses (fr)
ενικός | πληθυντικός |
religieuses | religieusess |
religieuses (fr)
religieuses (fr)