Ετυμολογία

επεξεργασία
reĵeti < reĵet- + -i
ρήμα reĵeti
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας reĵetas reĵetanta reĵetata
αόριστος reĵetis reĵetinta reĵetita
μέλλοντας reĵetos reĵetonta reĵetota
υποθετική reĵetus - -
προστακτική reĵetu - -

reĵeti (eo)

  1. αποβάλλω
  2. (για μπάλα) διώχνω

Άλλες γραφές

επεξεργασία

rejxeti, rejheti, rej'eti