rarement
Γαλλικά (fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- rarement < rare
Προφορά
επεξεργασία
Επίρρημα
επεξεργασία
rarement (fr)
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη rare
rarement (fr)