radio-isotope
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ʁa.djɔ⋅i.zɔ.tɔp/
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
radio-isotope | radio-isotopes |
radio-isotope (fr) αρσενικό
- το ραδιοϊσότοπο
ενικός | πληθυντικός |
radio-isotope | radio-isotopes |
radio-isotope (fr) αρσενικό