Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
raclement raclements

  Ουσιαστικό επεξεργασία

raclement (fr) αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη racler