réimportation
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
réimportation | réimportations |
Ουσιαστικό επεξεργασία
réimportation (fr) θηλυκό
Συγγενικά επεξεργασία
- → δείτε τη λέξη réimporter
ενικός | πληθυντικός |
réimportation | réimportations |
réimportation (fr) θηλυκό