Επίθετο

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
quarantième quarantièmes

quarantième (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
quarantième quarantièmes

quarantième (fr) αρσενικό ή θηλυκό