prosodique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /pʁɔ.zɔ.dik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
prosodique | prosodiques |
prosodique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
prosodique | prosodiques |
prosodique (fr) αρσενικό ή θηλυκό