Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
promptement
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Γαλλικά (fr)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Επίρρημα
1.3.1
Συγγενικά
Γαλλικά
(fr)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
promptement
<
prompt
+
-ment
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
pʁɔ̃p.tə.mɑ̃
/
Επίρρημα
επεξεργασία
promptement
(fr)
(
λόγιο
)
εσπευσμένα
,
γρήγορα
Συγγενικά
επεξεργασία
prompt
promptitude
promptement