Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

proelior < λείπει η ετυμολογία

  Ρήμα επεξεργασία

proelior (la) (αποθετικό ρήμα) (proelior1, proeliātus sum, proeliārī)

Κλίση επεξεργασία